- σκροφουλαριίδες
- (Scrophulariaceae). Οικογένεια δικοτυλήδονων φυτών τα περισσότερα από τα οποία είναι ποώδη. Βρίσκονται στους τροπικούς έως τις εύκρατες περιοχές, αλλά τα περισσότερα είδη, γύρω στις 3000, ευδοκιμούν στις ορεινές ζώνες με κλίμα εύκρατο αλλά ψυχρό. Έχουν φύλλα απλά, με μεγάλη ποικιλία μορφών και μεγέθους. Τα άνθη τους είναι ετερόζυγα, με 4 - 5 στήμονες ακανόνιστα, με κάλυκα γαμοσέπαλο, πεντασχιδή και με στεφάνη συμπέταλο, χωρισμένα σε 4 - 5 λοβούς, και με τέτοια διάταξη ώστε να σχηματίζουν δύο χείλη. Ο καρπός τους είναι κάψα με πολυάριθμα σπέρματα. Πολλά από τα Σ. συγκαταλέγονται στην ελληνική χλωρίδα, όπως τα φυτά των χέρσων αγρών λιναρία και σκροφουλαρία, το διακοσμητικό σκυλάκι και άλλα διάφορα κοινά στα λιβάδια και τις βοσκές καθώς και ημιπαράσιτα ή παράσιτα ποών.
Σ. είναι και η παυλωνία της Κίνας και της Μαντζουρίας, δένδρο μεγαλοπρεπές και διακοσμητικό.
Σκροφουλαριίδες. Άνθη του είδους λιναρία.
Άνθη του είδους σκροφουλαρία η πλανταγινή.
* * *οι, ΝΒοτ. οικογένεια αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής τάξης σκροφουλαριώδη, με 200 περίπου γένη και 3.000 είδη, που απαντούν σε όλο σχεδόν τον κόσμο.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην Ελληνική ξέν. όρου, πρβλ. αγγλ. scrophulariaceae < scrophularia (πρβλ. σκροφουλαρία)].
Dictionary of Greek. 2013.